κιγχονιδίνη

κιγχονιδίνη
χημ. στερεοϊσομερές τής κιγχονίνης, μαζί με την οποία βρίσκεται στο φυτό κιγχόνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. cinchonidine < cinchon- (πρβλ. κιγχόνη) + -id- (πρβλ. -ιδης) + -ine (< λατ. inus). Η λ. μαρτυρείται από το 1880 στον Γεώργιο Α. Κρίνο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”